νεκρός.

Τι κρίμα που σε έκρυψα τόσο βαθιά.
Τι κρίμα που σου έκοψα και τα φτερά.
Τι κρίμα που σου έβγαλα τα μάτια.
Τι κρίμα που σε σκέπασα με μαραμένα λουλούδια
από ένα πρώην ανθισμένο γιασεμί.
Τι κρίμα που δεν είχα φως να σου ρίξω
στο σκοτάδι, εκει μέσα.
Τι κρίμα που δεν είχες χέρια να με σπρώξεις
και να βγεις.
Τι κρίμα που είχες ραμμένο το στόμα
και δεν άρθρωσες λέξη.
Τι κρίμα που σαθρό το μέσα σου
δεν μπορούσε να αναπνεύσει.
Τι κρίμα που δεν είχες πόδια να με κλωτσήσεις
και να με αποτρέψεις από τον θάνατό σου.
Τι κρίμα που δεν ήρθε κανείς να σε βγάλει.
Τι κρίμα που δεν σε ακούει πια ούτε
α αδέσποτος σκύλος που κάθε τόσο περνά.
Τι κρίμα που δεν είχες καρδιά να χτυπήσει δυνατά
την ώρα που σε έκρυβα.
Τι κρίμα πραγματικά.

Γιατί τώρα. Πόσο δύσκολα αλλάζουν όλα αυτά
τώρα;
Πόσο δύσκολα η ζωή ξαναδίνεται στον νεκρό;
Στο νεκρό εγώ. Στο νεκρό είμαι. Στο νεκρό υπάρχω.
Στο νεκρό χαμογελάω. Στο νεκρό αγαπάω.

Λήθη και θάνατος, χρωματιστά στολίδια
στην νεκρώσιμη πομπή. 
Θλίψη και σκοτάδι, ανθισμένα λουλούδια
στην λευκή μου ακολουθία.