έκρηξη.

Γράφω. Σβήνω. Ξαναγράφω. Ξανασβήνω. Λεπτά ολόκληρα περνάνε.
Σε ποιόν γράφω. Για ποιόν γράφω. Για τι. Γιατί.

Φάση ολοκαυτώματος στις ενδόμυχες σκέψεις. 
Έκρηξη μεγατόνων στις συναισθηματικές αποκλίσεις.
Κανένας χειρισμός. Καμία δυνατότητα φροντίδας των θυμάτων.
Το σύστημα παραλύει. Το κενό από την έκρηξη μεγάλο. Άβατο.
Καπνός τριγύρω και μέσα, καμία εικόνα της καταστροφής.
Καρδιές διαμελισμένες παντού και μυαλά κολλημένα.
Η μέρα ήταν η σωστή. Η μέρα που κάτι θυμήθηκε το μυαλό.
Αυτό ήταν το λάθος. Την τελική απόφαση την πήρε η μνήμη.
Η μνήμη πάτησε το κουμπί κι οι αναμνήσεις σκορπίσανε στον αέρα.
Κι εκεί μείνανε.
Πρόσωπα παλιά και σάπια στον αέρα.
Στιγμές ερωτικές, αλλοπαρμένες, ξέφρενες φεύγουν μακριά.
Ώρες αναμονής και λεπτά που δεν περνάνε εξαφανίζονται σαν πυροτέχνημα στο φως του ήλιου.

Σου γράφω κάτι. Κάτι θέλω να πω. Θέλω να μιλήσω. Να σου τα πω όλα. Ποια όλα; Τι όλα; Τι θέλω;

Η έκρηξη καταλαγιάζει. Τα συντρίμια διαφαίνονται καθαρά.
Ο καπνός σκόρπισε. Τα λόγια στον αέρα φύγανε μακριά. Δεν αγγίζουν καν την στρατόσφαιρα της μνήμης.
Τα πυροτεχνήματα ακούμπησαν και την τελευταία τους φωτεινή ένδειξη στο έδαφος.
Φως ημέρας. Ωραίας μέρας. Φωτεινής. Καινούργιας. Άλλης. Αλλιώτικης.

Σβήνω ξανά. Δεν έχω τι να πω. Δεν έχω τι να σου πω. Δεν θέλω κάτι να σου πω. Δεν θέλω να πω τιποτα.