Ode to the unknown lover.

Δεν ήρθες ποτέ. Κι ας σε περίμενα ώρες. Και μέρες. Και αιώνες.
Δεν ήρθες ποτέ.

Άφησες κάποτε ένα σημείωμα. Απλό. Ξεκάθαρο. "Ήσουν υπέροχος, σ' αγαπώ."
Που πήγες μετά; Που κρύφτηκες; Που σε βρίσκει κανείς; Που σε συναντάει;
Και το σημείωμα, γιατί δεν το έδωσαν τα χέρια σου στα δικά μου;
Το σημείωμα γιατί δεν το είπαν τα χείλη σου στα αυτιά μου;

Δεν ήρθες ποτέ. Δεν ξέρω αν θα ρθεις. Δεν ξέρω πως θα 'σαι. Τι θα 'σαι. Ποιο θα είναι το αγαπημένο σου χρώμα δεν ξέρω. Πως θα είναι τα μάτια και τα μαλλιά σου. Δεν ξέρω αν θα 'ρθεις.

Σου μιλάω καμιά φορά. Σου τραγουδάω οδηγώντας την κόκκινη βέσπα. Σε συναντάω συχνά στον δρόμο σε μάτια άλλων. Ίσως είσαι εσύ, μα δεν το ξέρω.

Δεν σε ξέρω. Δεν σ' έχω ακόμα γνωρίσει. Μα σίγουρα σ' αγαπώ.

Καμιά φορά σου φωνάζω και περιμένω ν απαντήσεις. Περιμένω καμιά φορά να με βρίσεις που δεν φοράω κράνος τις μέρες με ήλιο. Είναι οι μέρες που σε νιώθω πιο κοντά οι μέρες με ήλιο. Αισθάνομαι πως θα σε συναντήσω. Ποτέ δεν συνέβη. Αλλά οι μέρες με ήλιο τώρα ξεκινάνε και θα ΄ναι πολλές. Θα ' ναι αμέτρητος ο χρόνος που έχω για να ρθεις.

Άλλοτε φοβάμαι. Πως θα 'ρθεις και δεν θα το ξέρω. Δεν θα ξέρω πως είσαι εσύ. Ίσως με τυφλώσει τελικά το φως του ήλιου και δεν σε δω καλά και σε μπερδέψω. Φοβάμαι πως μια μέρα θα ΄ρθεις και δεν θα ΄μαι εκεί να σε συναντήσω. Θα 'χω κουραστει να σε ψάχνω και να σε περιμένω τόσο πολύ που θα παρατήσω τον ήλιο και τις όμορφες μέρες. θα παρατήσω τα τραγούδια στη βέσπα και τις συναντήσεις με άγνωστα μάτια στα φανάρια. θα σταματήσω να περιμένω να με βρίζεις που δεν φοράω κράνος τις μέρες με ήλίο. θα σταματήσω να περιμένω να μου απαντήσεις στην ερώτηση ποιό είναι το αγαπημένο σου χρώμα.

Θα αρχίσω να γκρινιάζω.

Θα μιλάω σε μένα και θα με ακούω. Θα ακούω τη γκρίνια που εγώ ο ίδιος έχω σκεφτεί για μένα. Και είναι διπλό το πρόβλημα. θα ακούω εγώ τα τραγούδια που έχω ο ίδιος σκεφτεί να πω. Θα ακούω την χαρά μου δυνατά να φωνάζει στα αυτιά μου και θα με ξεκουφαίνει γιατί αυτή η χαρά κι αυτή η φωνή δεν φτιάχτηκαν για τα δικά μου αλλά για τα δικά σου αυτιά. Θα βλέπω την λαχτάρα μέσα απ΄τα μάτια μου, στα μάτια μου και θα βουβαίνω γιατί αυτή η λαχτάρα δεν ήταν για να τη δω εγώ αλλά εσύ όταν έρθεις. Θα φιλάω τα χείλη μου και θα ματώνω γιατί τα φιλιά που ετοίμαζα δεν ήταν φτιαγμένα για τα δικά μου χείλη αλλά για τα δικά σου. Θα μου δίνω τις αγκαλιές που καιρό τώρα ετοίμαζα για σένα αλλά το σώμα μου θα γεμίζει πληγές και εγκαύματα γιατί τις ετοίμαζα τόσο ζεστές για σένα κι όχι για μένα και το δικό μου σώμα δεν αντέχει την τόση ζέστη. Θα χαιδεύω τα μαλλιά μου και θα τα ξεριζώνω γιατί τα χάδια που ετοίμαζα ήταν για σένα που αντέχεις και τα θέλεις και σου αρέσουν κι όχι για τα δικά μου μαλλιά, κι όχι για το δικό μου κεφάλι.

Κι όταν θα μείνει το λίγο σώμα μου χωρίς χαρακτηριστικά, ίσως έρθεις. Μη λυπηθείς που θα με δεις έτσι. Σιγά το πρόβλημα. Να λυπηθείς που δεν θα έχω πια τίποτα να σου δώσω. Θα χω ξοδέψει όλα όσα ετοίμαζα για σένα πάνω μου. Γι' αυτό μη με λυπηθείς. Όλα τα προβλήματα είναι η αγάπη και το πάθος που είχα να σου δώσω και που τα ξέσπασα σε μένα. Μην κλάψεις καθόλου. Δεν θα το δω. Δεν θα χω μάτια. Μην με αγγίξεις γιατί δέρμα δεν θα χω να το αισθανθώ. Και κυρίως μη με φιλήσεις. Γιατί χείλη δεν έχω αλλά θα με συνεπάρει το άγγιγμα των υγρών χειλιών σου και θα σου ζητάω με ότι τρόπο βρώ να μείνεις. Και δεν θέλω. Θέλω να φύγεις. Γιατί τώρα που με σακάτεψα; Τι να με κάνεις;

Όταν με σακατέψω, μην έρθεις πια. Δεν θέλω να σε γνωρίσω.
 Καλύτερα μην έρθεις ποτέ. Καλύτερα. Ναι, πολύ καλύτερα.