μόνος-μονός.

Γυμνός κάθομαι αντικρύζοντας το κόκκινο.
Γυμνός και ασφαλής.
Ξέρω πως και η αλήθεια λάμπει 
μόνο όταν είναι γυμνή.
Έτσι έχω παρέα στη γυμνή μου μοναξιά.
Καταλαβαίνω πολλά.
Συνεχόμενα και απανωτά
τα απαντημένα μου ερωτήματα
προς τη ζωή.
Με τη μοναξιά δεν μπορώ να γίνω φίλος.
Ό,τι με αποπροσανατολίζει,
με μειώνει,
με κλειδώνει,
με διατάζει,
το πετάω.
Η μοναξιά μου
κατάσταση γυμνή 
αλλά άσχημη.
Δύσκολα το γυμνό
είναι φριχτό.
Ο γυμνός θάνατος είναι ένα τέλος.
Η γυμνή μοναξιά είναι μόνο η αρχή.
Κι όμως,
αισθάνομαι ασφαλής.
Γυμνός και ασφαλής.
Πρωτογενής φύση ανέκαθεν
περιβάλλομαι κι αγκαλιάζομαι
από τον στεγνό ανοιξιάτικο αέρα 
που γυμνός μπούκαρε στο σπίτι και συναντηθήκαμε
κατα μέτωπο.
Με τον γυμνό αέρα 
μόνο γυμνός μπορώ να γίνω φίλος.
Ντυμένος όταν είμαι
ο αέρας με αποφεύγει
και με μικραίνει.
Γυμνός ο φόβος μου για τη γύμνια μου
με στέλνει στην, ντυμένη από τα ρούχα μου, ντουλάπα.
Δεν ντύνομαι στ' αλήθεια.
Τα ρούχα μου είναι μονάχα το περίβλημα
στην γυμνή αλήθεια που φοβάμαι να χαϊδέψω:
Τη γυμνή μοναξιά μου.
Αυτή με ντύνει. Αυτή με περιβάλλει. Αυτή με ορίζει.
Κανένα φανταχτερό χρώμα.
Καμία εξτραβαγκάντζα αισθητική.
Απλή, ξεγυμνωμένη, ωμή μοναξιά.
Μόνος, μονός, γυμνός και ασφαλής.