αν μπορείς, μπορώ.

Γνωριστήκαμε μια μέρα με βροχή,
κατηφορίζοντας τους πέτρινους δρόμους
πάνω σε δυο ρόδες
Ερωτευτήκαμε μια νύχτα χωρίς φεγγάρι,
σ' ένα ξύλινο σπίτι,
θα 'ταν Μάης,
λίγο πριν ξημερώσει.
Φιληθήκαμε εκείνη ακριβώς την ώρα:
Λίγο πριν ξημερώσει,
που το σκοτάδι είναι πιο άγριο
κι από το βαθύτερο μίσος.
Φύγαμε χωριστά,
στην κάψα του καλοκαιριού
και συναντηθήκαμε δυο ξένοι στο φινάλε του.
Ξανά. Αλλιώς. Άλλοι. Διαφορετικοί.
Πιο παλιοί.

Δεν χωρίσαμε.
Ποτέ δεν χωρίσαμε.
Πάντα τραβάγαμε μαζί. 'Οχι πλάι πλάι.
Ούτε καν κοντά.
Αλλά μαζί.

Γεια σου ξανά, λοιπόν.
Τι θέλεις και τι θέλω
δυο βότσαλα σε θάλασσα κι ωκεανό
που δεν συναντιούνται.
Δύσκολο.
Μα η θέληση μπορεί να νικήσει την απόσταση
κι η αγάπη που χτίζαμε, ίσως λειανει την λεπίδα
της πρώτης γνωριμίας.

Αν μπορείς. Μπορώ.
Όχι μπορεί.
Αν θέλεις. Θέλω.
Όχι δεν ξέρω.