αποπλάνηση.

Σε αποπλάνησα, το παραδέχομαι.
Σε άγγιξα απαλά όπως σου αξίζει.
Χάιδεψα το χέρι και τον ώμο σου
όχι με σκοπό καθαρό.
Άπλωνα το βλέμμα μου φαρδύ στην πλάτη 
και στο σβέρκο σου
κι αφαιρούσα μια μια τις άλλες σκέψεις.
Μεταξύ ύπνου
και ξύπνιου.
Μεταξύ φθοράς
και αφθαρσίας.
Δεν το ήξερα.
Το μυαλό και η λογική δεν λειτουργούσαν υπερ μου.
Κλείδωσαν στο λάγνο κάλεσμα του ύπνου.
Κι έτσι τα βαθιά μου θέλω άρχισαν 
να κάνουν μακροβούτια στα άκρα μου και να τα κινούν.
Πάνω σου. Απαλά. Αναλγητικά, στον ανήσυχο ύπνο σου.
Τώρα κοιμήσου. Θα μείνω να σε κοιτάζω
κι ας μην μ' αγγίξεις ποτέ.
Κι αύριο με το φως
πες πως σε αποπλάνησα.
Ίσως τ' ονειρεύτηκες.
Ίσως κι εγώ εσένα. Πλάι μου.