Η νύχτα είναι αιμοβόρος τόπος.

Κρύβομαι πίσω από μπογιές κι ονόματα
να μη με βλέπει η νύχτα γυμνό.
Δεν κρίνει η νύχτα, σαν τη μέρα.
Κουβαλάει μια ελευθερία,
σαν από πάντα.
Σαν να ΄χει νικήσει του φόβους της
και τις προκαταλήψεις.

Μα σαν σε δει η νύχτα γυμνό
σε κατασπαράζει.
Σου στέλνει σκέψεις να καίνε
και εικόνες που το μυαλό βασανίζουν.
Και βάλε αλκοόλ.
Και στρίψε τσιγάρο.
Τίποτα δεν σε σώζει.
Δεν ξέρω τι κατάλαβες μέχρι τώρα από τη νύχτα
αλλά δεν είναι βετζετέριαν.
Η νύχτα θέλει σάρκα
και δέρμα
και σάλιο
και τρίχες να φέυγουν
και ήχους
και ανάσες.
Δεν θέλει η νύχτα μοναξιά
αλλιώς σε έφαγε με τη μία.
Η νύχτα είναι αιμοβόρος τόπος.
Με τη μία σε κάνει χίλια κομμάτια
κι η μέρα αδύναμη και φθινοπωρινή
δεν μπορεί να σε κάνει πάλι ένα.

Τη νύχτα βάφομαι με μπογιές και σε νικώ.
Τη νύχτα αλλάζω ονόματα και κρύβομαι.
Τη νύχτα μπορώ να με αγαπήσω.
Τη νύχτα θρύψαλλα σε κάνω
και σε κρύβω επιμελώς κάτω από το τραπέζι.
Τη νύχτα έχει δύναμη το σώμα.
Έχει σκοπό.

Μα χωρίς μέρα,
τι να την κάνεις τη νύχτα, φως μου;
Θέλει τη μέρα της η νύχτα για να νικιέται
μια στο τόσο κι αυτή.
Να κρύβεται.
Και για λίγο να γινόμαστε κι εμείς
άνθρωποι.