Ένα μεγάλο ψέμα.

Τόλμησα να πω κι εγώ ένα μεγάλο ψέμα
δήθεν πως σε ερωτεύτηκα.
Τυχαία.
Όπως σε γνώρισα.
Σ´ εκείνο το νεκρό πάρτυ
που εσύ διασκέδαζες.
Κι ήταν άνοιξη.
Ήταν Απρίλης.
Κι εσύ με πίστεψες.
Και τα λουλούδια όλα ανθίσανε.
Και τα μποφόρ του Μάρτη πάψανε.
Και οι βαθμοί της ζέστης ανέβηκαν ραγδαία.

Πώς τόλμησα να πω κι εγώ ένα μεγάλο ψέμα.
Ένα, όχι σαν όλα τ´ άλλα τα μικρά.
Τα που περνούν και δεν αγγίζουν.

Και σ´ άγγιξα σαν στρόβιλος
και γίναμε μια χούφτα χειροκροτήματα.
Ήχοι αμαρτίας και ηδονής 
έσπρωχναν τα λουλούδια να ανθίσουν τριγύρω μας.
Βίαια και άτσαλα.
Σαν παλάμες που δεν συναντιούνται στην κάψα
του ενθουσιασμού.

Κι αν τόλμησα να πω κι εγώ ένα ψέμα
είναι που πίεσα τον έρωτα να με καλέσει.
Μάταια.
Τόσο με κούρασε το χειμωνιάτικο μονότονό μου κάλεσμα,
τόσο σιχάθηκα τον θόρυβο της μοναξιάς στο σπίτι
που μόνος και έτοιμος για τα κακά που έρχονται
επισκέφθηκα τον έρωτα χωρίς πρόσκληση.

Κι έπρεπε, αχ πόσο έπρεπε, να πω κι εγώ ένα μεγάλο ψέμα.